Είναι Κυριακή βράδυ και έκανα μόλις ένα λογκ ιν στο samano radio για να ακούσω για πρώτη φορά αγαπημένο σεφ, Λεωνίδα Κουτσόπουλο σε αφιέρωμά του στον Θανάση Παπακωνσταντίνου.

Θα σας πω. Ψυχανεμίστηκα ότι είναι περίεργα ενδιαφέρον αυτός ο άνθρωπος όταν πρωτοπήγα στο feedel, το εστιατόριο του στο κέντρο για να δω παντού γύρω μου την Frida Kahlo. Λέω εντάξει. Να’ ναι ότι έχει γίνει πολύ της μόδας τελευταία στην Ελλάδα; Αλλά και πάλι. Φρίντα Κάλο; Αν μάθαινα ότι έχει προτίμηση στις γάτες αντί για τους σκύλους θα έλεγα με σιγουριά ότι εδώ έχουμε θέμα. Έτσι πήγα μια βόλτα και στο άλλο του εστιατόριο στην Γλυφάδα, που, ομολογουμένως, δεν μου άφησε τις ίδιες εντυπώσεις. Να τονίσω ότι δεν αναφέρομαι στο φαγητό που και στις δυο περιπτώσεις ήταν άψογο.

Γάτες δεν είδα πουθενά. Δεν ασχολήθηκα και παραπάνω μετά.

Όμως οφείλω να ομολογήσω ότι εδώ και κανά δυο μήνες σκεφτόμουν τι ωραία που θα ήταν να κάνω ένα ιντερνετικό ραδιόφωνο αφού το έχω καημό το ραδιόφωνο χρόνια τώρα και τσουπ μαθαίνω ότι έκανε ένα ο σεφ και λέω για να δω.

Χθες λοιπόν έκανε αφιέρωμα στον Θανάση Παπακωνσταντίνου και αν κι εγώ ακούω σχεδόν αποκλειστικά ξένα (και όχι πάντα) και μοντέρνα αλλά γνωρίζω ότι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου αποκλείεται να ενοχλήσει την αισθητική του αυτιού μου αφού χαίρει της εκτίμησης εκλεκτών συναδέλφων και φίλων (και σχεδόν σύσσωμης της διανοουμενίστικης αφρόκρεμας της Ελλάδας), είπα να κάτσω και να ακούσω και να πάρω μια ιδέα. Επειδή βέβαια το αφιέρωμα ήταν ελληνικό δεν θεώρησα φρόνιμο να εντάξω την ακρόαση στα άσημα πάρτι κουζίνας που κάνω τα Σαββατοκύριακα και επίσης δεν ήπια τσιπουράκι (όπως φαινόταν ότι πίνουν όλοι οι ακροατές αλλά και ο host της βραδιάς) -η αλήθεια είναι ότι σκεφτόμουν πως θα σηκωθώ την άλλη μέρα που ξημέρωνε Δευτέρα.

Αλλά μου αρέσει να μαθαίνω και είμαι σίγουρη ότι ο σεφ δεν είχε ιδέα ότι κάποιος από τους ακροατές του, ίσως να μην είχε ακούσει ή δώσει ποτέ στο παρελθόν σημασία στον Θανάση Παπακωνσταντίνου και όπως είπε ο ίδιος «η είσοδος στον κόσμο του Θανάση έχει ένα τίμημα».

Και θέλω να σας πω ότι όχι απλώς τα κατάφερε ο άνθρωπος να με εισάγει στον κόσμο του Θανάση Παπακωνσταντίνου αλλά σχεδόν με έκανε να κατανοήσω και το τίμημα. Είχε κάνει έρευνα, είχε συνέπεια, μου μετέφερε εικόνες -μου προσέφερε συνολικά ένα θαυμάσιο βράδυ. Και τα είπε ωραία και τα έπαιξε ωραία. Και ήταν άλλοτε σαν να’ μαι πάνω στην αιώρα, βουτηγμένη στην απογευματινή καλοκαιρινή ραστώνη. Και ναι, με τσίπουρο κι ας μην το έπινα εκείνη την ώρα. Κι άλλοτε σαν να βρισκόμουν χωμένη στο μικρό καφενείο μπροστά από την ξυλόσομπα με σαμάνους να αιωρούνται νοερά μέσα κι έξω από το κεφάλι μου, περιτριγυρισμένη από χιόνι, ένα περίεργα ζεστό, κρύο απόγευμα του χειμώνα.

Όλα αυτά, όλα αυτά.

Το τι γινόταν δε στο τσατ ρουμ δεν το συζητάω. Μια ατμόσφαιρα καταπληκτική που σε έκανε να νιώθεις λιγότερο μόνος. Όσο μοναχικός κι να είσαι.

Και κάθε φορά που έβγαινα για λίγο για να κάνω κάτι άλλο, δεν μπορούσα να μείνω απέξω πολύ. Ένιωθα σα να γινόταν κάτι στην γειτονιά, ένα πάρτι στο δρόμο, κάτι τέτοιο, που όσο κι αν κλείσεις την μπαλκονόπορτα κάτι σε τραβάει να την ανοίξεις πάλι και να πας να χαθείς μέσα του.

Και ο Λεωνίδας Κουτσόπουλος ως ραδιοφωνικός παραγωγός μοιράζεται τόσο ωραία. Χίλια μπράβο. Θα ξανακούσω.